фисташка - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

фисташка - translation to πορτογαλικά

Фисташки; Pistacia; Фисташковое дерево; Фисташник
  • 1}}

pistácio m      
фисташка
фисташка      
(плод) pistácio (m), pistácia (f) ; (дерево) pistácia (f)

Ορισμός

фисташка
ж.
1) Южное дерево или кустарник с перистыми листьями, дающие плоды в виде небольшого ореха; фисташковое дерево.
2) Плод такого дерева или кустарника.

Βικιπαίδεια

Фисташка

Фиста́шка (лат. Pistácia) — небольшой род вечнозелёных или листопадных деревьев или кустарников семейства Анакардиевые (Anacardiaceae), распространённых в субтропических, частично тропических областях Старого и Нового Света. Фисташкой называют не только соответствующий род растений, но и съедобные плоды вида Фисташка настоящая (лат. Pistacia vera)